Σύντομη ιστορία του Μαυρόλοφου

Ο Μαυρόλοφος ιδρύεται το 1924 με το όνομα Καρά Τοπράκ (Kara Toprak) ως τμήμα της κοινότητας Κοτσακίου - από το 1927 Μυρρίνης - του Νομού Σερρών. Στις 2-5-1927 μετονομάζεται σε Μαυρόλοφο -ακριβή μετάφραση της τουρκικής ονομασίας- που οφείλεται στο σκούρο χρώμα του εδάφους του λόφου πάνω στον οποίο είναι κτισμένο το χωριό. Στις 3-4-1933 ο Μαυρόλοφος εντάσσεται στην αποσπασμένη από το 1927 κοινότητα Δραβήσκου, στην οποία θα παραμείνει ως τις 4-2-1951, οπότε και θα ανακηρυχθεί σε αυτόνομη κοινότητα. Στις 4-12-1997 η κοινότητα καταργείται και συνενώνεται στον Καποδιστριακό Δήμο Νέας Ζίχνης ως χωριστό Δημοτικό Διαμέρισμα. Σήμερα το χωριό που αριθμούσε στην απογραφή του 1928 397 κατοίκους φθάνει τον πληθυσμό των 650 με πληθυσμό 783 πρόσωπα το 1961 πριν από το μεγάλο κύμα της μετανάστευσης.

Το χωριό δημιουργήθηκε από πρόσφυγες που ήρθαν από την Πάρλα της Πισιδίας της Μικράς Ασίας, ένα χωριό στη λίμνη του Εγιρδίρ. Οι ορθόδοξοι χριστιανοί κάτοικοι της Πάρλας εξορίστηκαν εξαιτίας της αντίθεσης τους στη δημιουργία Τουρκορθόδοξης εκκλησίας από τον Παπά Ευθύμ και λόγω της νομιμοφροσύνης που διατηρούσαν απέναντι στο Οικουμενικό Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης. Οι ετοιμασίες για την αναχώρηση τους κράτησαν από τις 14-21 Μαΐου του 1921, οπότε και εγκατέλειψαν το χωριό. Από το 1921 ως το 1923 οι Παρλαλήδες περιπλανήθηκαν σε πολλές πόλεις της Ανατολίας μέχρι που έφυγαν για την Ελλάδα από το λιμάνι της Μερσίνας το 1923. Τον επόμενο χρόνο, 1924, έφθασαν στην περιοχή του σημερινού χωριού, μετά από μια ανεπιτυχή προσπάθεια να εγκατασταθούν στην τοποθεσία Ζαβαρνίκια στο Μικροσούλι.

Αρκετοί από τους πρόσφυγες από την Πάρλα εγκαταστάθηκαν επίσης στο πολύ κοντινό χωριό Δραβήσκος, το οποίο αποτελείται από "μεικτό" πληθυσμό, ντόπιων και προσφύγων από τη Μικρά Ασία και τη Θράκη. Ακόμα και σήμερα οι σχέσεις ανάμεσα στα δυο τμήματα των Παρλαλήδων είναι πολύ στενές και από πολλές πλευρές τα δυο χωριά αποτελούν μια ενότητα.

Το χωριό κτίσθηκε από το μηδέν στη βάση προηγούμενου πολεοδομικού σχεδίου, κάτι που είναι ακόμη εμφανές από τη ρυμοτομία του χωριού. Η ανέγερση των κτισμάτων πραγματοποιήθηκε από τους ίδιους τους κατοίκους, οι οποίοι εργάζονταν ως οικοδόμοι και τεχνίτες της πέτρας και στη Μικρά Ασία. Στους πρόσφυγες διανεμήθηκαν κλήροι ανάλογα με τον αριθμό των μελών κάθε οικογένειας και έτσι από κτίστες μετατράπηκαν σε αγρότες και κτηνοτρόφους.

Σημαντικά ωφέλησαν την οικονομία του χωριού οι επαναλαμβανόμενες διανομές γαιών που προήλθαν από την αποξήρανση των παρακείμενων ελών από τη δεκαετία του 1930 και έπειτα. Παρά όμως την αύξηση των καλλιεργήσιμων γαιών πολλοί κάτοικοι αναγκάστηκαν μετά τον πόλεμο να μεταναστεύσουν στη Γερμανία για αναζήτηση καλύτερης τύχης. Η μετανάστευση αποτελεί κυρίαρχο στοιχείο της κουλτούρας των Μαυρολοφιτών και συνεχίζει την παράδοση της Πάρλας, όπου οι άντρες δούλευαν ως περιφερόμενοι κτίστες και τεχνίτες πέτρας. Συνήθως αποδημούσαν στις 9 του Μάρτη, ημέρα εορτής των Αγίων 40 Μαρτύρων παίρνοντας μαζί τους ένα τοπικό αρτοσκεύασμα, τους σαμψάδες,

με την επωνυμία «τεζκερέ» που θα μπορούσε να αποδοθεί ως «διαβατήριο», και επέστρεφαν στις 14 Νοεμβρίου, στην γιορτή του Αποστόλου Φιλίππου για να ξεχειμωνιάσουν σπίτια τους. Μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο πολλοί κάτοικοι του Μαυρόλοφου βρέθηκαν στην Ανατολική Ευρώπη ως πολιτικοί πρόσφυγες και ακόμα περισσότεροι μετανάστευσαν κυρίως στη Δυτική Γερμανία, όπου διαμένει και σήμερα σημαντικός αριθμός από αυτούς ή τα παιδιά τους, τα οποία όμως πέρναγαν συνήθως τα παιδικά τους χρόνια στο χωριό με τη γιαγιά και τον παππού διαμορφώνοντας ένα ιδιότυπο οικογενειακό μόρφωμα. Η μετανάστευση από την άλλη συνετέλεσε ουσιαστικά στην βελτίωση του οικισμού και στην άνοδο του βιοτικού επιπέδου των κατοίκων.

Στις περιόδους πριν από τη δημιουργία της κοινότητας και μετά τον πόλεμο σημαντικό ρόλο έπαιξε ο συνεταιρισμός των αγροτών κατοίκων, ο οποίος συνέβαλε σημαντικά στην ανάπτυξη της τοπικής ταυτότητας και πολιτικής συνείδησης των Μαυρολοφιτών. Σήμερα, την ίδια παράδοση συνεχίζουν ο Μορφωτικός Μικρασιατικός Σύλλογος Μαυρολόφου και ο Σύλλογος Απανταχού Μαυρολοφιτών "Η Πάρλα", που συσπειρώνει κυρίως τους εσωτερικούς μετανάστες στην Αττική και στο εξωτερικό.

Σημείο αναφοράς για τους Μαυρολοφινούς αποτελεί ο ναός των Αγίων Αναργύρων ενώ σημαντική είναι η λατρεία των αγίων Ακύλα και Πρίσκιλλας και πολλοί κάτοικοι φέρουν ακόμα και σήμερα το όνομα Ακύλας στο Μαυρόλοφο και στο Δραβήσκο. Σημαντική για τους Μαυρολοφινούς είναι η γιορτή των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης που ταυτίζεται με την επέτειο της αναχώρησης των εξορίστων παρλαλήδων από το χωριό τους στη Μικρά Ασία.

Σύμβολο επίσης για την κοινότητα αποτελεί το Δημοτικό σχολείο ιδρυμένο το 1928 στο οποίο φοίτησαν και έμαθαν ελληνικά τα παιδιά αλλά και οι μεγαλύτεροι τουρκόφωνοι έφηβοι Παρλαλήδες. Αρχικά όλοι οι κάτοικοι του Μαυρόλοφου μιλούσαν τουρκικά ως μητρική γλώσσα κάτι που συνεχίζουν ακόμα οι γηραιότεροι αλλά όχι οι νέοι. Στην εποχή μας η τουρκόφωνη κουλτούρα διασώζεται κυρίως μέσα από τα τραγούδια και το χορό, ιδιαίτερα το κόνιαλι.

Κοντά στο Μαυρόλοφο υπάρχει η αρχαία πόλη και το Μουσείο της Αμφίπολης, η βυζαντινή μονή Εικοσσιφοινίσσης, το βυζαντινό χωριό Δοξόμπος, γνωστό από την ταινία «Δοξόμπους» του Φώτου Λαμπρινού, η παραλία της Τούζλας, όπου κάνουν τα μπάνια τους οι Μαυρολοφινοί και το σπήλαιο της Αλιστράτης.

Χρυσούλα Ακύλα Κλημάνογλου